Τα ξωτικά είναι μυθικά πλάσματα της Σκανδιναβικής μυθολογίας, που επέζησαν στις λαϊκές παραδόσεις της Βόρειας Ευρώπης. Αρχικά ως γένος ελάσσονων θεών της φύσης και της γονιμότητας, τα ξωτικά απεικονίζονται συχνά σαν φαινομενικά νεαροί άντρες και γυναίκες εξαίσιας ομορφιάς που ζουν κυρίως σε δάση και άλλες φυσικές περιοχές, υπογείως, ή σε κρύπτες. Περιγράφονται σαν υπεραιωνόβια ή αθάνατα πλάσματα και τους αποδίδουν μαγικές δυνάμεις. Ακολουθώντας την επιτυχία του έπους του Τόλκιν Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών, τα ξωτικά έγιναν κλασικοί χαρακτήρες της σύγχρονης φανταστικής λογοτεχνίας. O Τόλκιν χρησιμοποίησε τον όρο "ξωτικά" ως συμβατική απόδοση της ονομασίας των "πρωτόπλαστων όντων" του κόσμου του. Τα πλάσματα αυτά διευκρινίζεται ότι έχουν περισσότερα κοινά με τους ανθρώπους (Εdain) παρά με τα πνευματικά όντα, τους Maiar και τους Valar, μοιάζοντας περισσότερο με εξιδανικεύσεις της ανθρώπινης φύσης.
Ισλανδία: álfar, álfafólk και huldufólk (κρυμμένοι άνθρωποι)
Ιταλία και Ισπανία: elfο
Ολλανδία: Elfen, Alfen, Elven
Σκανδιναβία: alfer, elvere, elverfolk, ellefolk ή huldrer στη Δανία, alver, alfer ή elvefolk στη Νορβηγία και alfer, alver ή älvor στη ΣουηδίαΠαρά τις εκτεταμένες διαφωνίες, οι λέξεις elf, álf και οι σχετικές με αυτές μάλλον προέρχονται από την ίδια πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *albh, όπως η λατινική λέξη albus (λευκός).
Χαρακτηριστικά των ξωτικών της παράδοσης
Ξωτικά στην αρχαία Νορβηγική μυθολογία
Η πρώτη περιγραφή ξωτικών μας έρχεται από τη Νορβηγική μυθολογία. Στα αρχαία νορβηγικά ονομάζονται álfar και η παρουσία μυθολογικών πλασμάτων με συγγενή ονομασία σε μεταγενέστερες λαϊκές παραδόσεις ενισχύει την άποψη ότι η πίστη στα ξωτικά ήταν κοινή σε όλες τις γερμανικές φυλές και όχι μόνο στους αρχαίους Σκανδιναβούς.
Ξωτικά στη Σκανδιναβική μυθολογία αναφέρονται στην Έντα και στις σάγκα.